ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΗΣ ΥΠΑΙΘΡΟΥ
Νεαρός με το γάιδαρό του από μωσαϊκό του Μεγάλου Παλατίου της Κωνσταντινούπολης.
Ο σημαντικότερος παράγοντας που επηρέασε την αγροτική παραγωγή και οικονομία του βυζαντινού κράτους ήταν η δημογραφική ανάπτυξη: η αύξηση του πληθυσμού οδήγησε και στην αύξηση των εκμεταλλεύσιμων αγροτικά γαιών. Έτσι, το χρονικό διάστημα μεταξύ 9ου και πρώτου μισού του 11ου αιώνα ήταν μια περίοδος μεγάλης ανάπτυξης της αγροτικής οικονομίας. Επιπλέον, από τα μέσα του 9ου αιώνα, η βυζαντινή αυτοκρατορία ήταν και πάλι σε θέση να εξασφαλίσει τα σύνορά της και να προστατεύσει τους κατοίκους της, με αποτέλεσμα η αγορά και εκμετάλλευση γης να γίνει μια σίγουρη και κερδοφόρα οικονομική επένδυση για τους υπηκόους του κράτους. Οι πιο πλούσιοι απ' αυτούς αγόραζαν και εκμεταλλεύονταν πολύ μεγάλες εκτάσεις, με αποτέλεσμα να καρπώνονται ολοένα και μεγαλύτερα κέρδη. Τις εκτάσεις αυτές τις εκμεταλλεύονταν με τον "έμμεσο τρόπο καλλιέργειας": τις έδιναν για αξιοποίηση στους "εξαρτημένους καλλιεργητές" (δηλαδή σε καλλιεργητές κτημάτων που δεν ήταν ιδιοκτησία τους).
Αυτοί οι μεγαλογαιοκτήμονες αποτέλεσαν την νέα κοινωνική τάξη των δυνατών, όνομα με το οποίο αναφέρονται στις βυζαντινές γραπτές πηγές της εποχής. Μια δυνατή χήρα των μέσων του 9ου αιώνα, με το όνομα Δανιηλίδα, αναφέρεται στις πηγές ως ιδιοκτήτρια ενός αρχοντικού οίκου στην περιοχή των Πατρών. Η περιουσία του οίκου παρουσιάζεται τόσο μεγάλη ώστε η Δανιηλίς μπορούσε να προσφέρει ως δώρα στο μετέπειτα αυτοκράτορα Βασίλειο Α' (που τότε ήταν απλός ακόλουθος του αυτοκρατορικού απεσταλμένου στην Πελοπόννησο) τέτοια ποσά, τα οποία επένδυσε σε κτήματα στη Μακεδονία και αποτέλεσαν τη βάση της μετέπειτα μεγάλης περιουσίας του. Στην περιουσία την οποία η Δανιηλίς κληροδότησε στον αυτοκράτορα Λέοντα Στ' αναφέρονται περίπου 80 προάστεια, που περιλάμβαναν μεγάλες εκτάσεις γης, ολόκληρα χωριά και κωμοπόλεις, εργαστήρια μεταξωτών και λινών υφασμάτων, ταπητουργίας, καθώς και 3000 δούλοι, τους οποίους ο αυτοκράτορας απελευθέρωσε και έστειλε στην Ιταλία. Λίγο αργότερα, το 10ο αιώνα, υπήρχαν στη Μικρά Ασία γαιοκτήμονες τόσο πλούσιοι, ώστε μπορούσαν να συντηρούν ακόμη και ιδιωτικό στρατό.
Αυτοί οι μεγαλογαιοκτήμονες αποτέλεσαν την νέα κοινωνική τάξη των δυνατών, όνομα με το οποίο αναφέρονται στις βυζαντινές γραπτές πηγές της εποχής. Μια δυνατή χήρα των μέσων του 9ου αιώνα, με το όνομα Δανιηλίδα, αναφέρεται στις πηγές ως ιδιοκτήτρια ενός αρχοντικού οίκου στην περιοχή των Πατρών. Η περιουσία του οίκου παρουσιάζεται τόσο μεγάλη ώστε η Δανιηλίς μπορούσε να προσφέρει ως δώρα στο μετέπειτα αυτοκράτορα Βασίλειο Α' (που τότε ήταν απλός ακόλουθος του αυτοκρατορικού απεσταλμένου στην Πελοπόννησο) τέτοια ποσά, τα οποία επένδυσε σε κτήματα στη Μακεδονία και αποτέλεσαν τη βάση της μετέπειτα μεγάλης περιουσίας του. Στην περιουσία την οποία η Δανιηλίς κληροδότησε στον αυτοκράτορα Λέοντα Στ' αναφέρονται περίπου 80 προάστεια, που περιλάμβαναν μεγάλες εκτάσεις γης, ολόκληρα χωριά και κωμοπόλεις, εργαστήρια μεταξωτών και λινών υφασμάτων, ταπητουργίας, καθώς και 3000 δούλοι, τους οποίους ο αυτοκράτορας απελευθέρωσε και έστειλε στην Ιταλία. Λίγο αργότερα, το 10ο αιώνα, υπήρχαν στη Μικρά Ασία γαιοκτήμονες τόσο πλούσιοι, ώστε μπορούσαν να συντηρούν ακόμη και ιδιωτικό στρατό.
Στην εικόνα η Δανιηλίδα μεταφέρεται από 300 δούλους στην Κων/πολη για να επισκεφτεί τον Βασίλειο Α΄. Μικρογραφία από το χρονικό του Ι. Σκυλίτζη, 13ος αι.
|
Δυνατός καθισμένος σε θρόνο έξω από το σπίτι του. Μικρογραφία χειρογράφου. Ρώμη, Βιβλιοθήκη Βατικανού. 11ος αι. >> Προσέξτε και στις δύο απεικονίσεις τα στοιχεία που δείχνουν τον πλούτο και την εξουσία των δυνατών |
Χαρακτηριστικά της τάξης των δυνατών:
v Χρησιμοποιούν οικογενειακά επώνυμα
v Συνδέονται μεταξύ τους με επιγαμίες (γάμοι ανάμεσα σε οικογένειες δυνατών)
v Κατέχουν πολυάριθμες εκτάσεις γης, διάσπαρτες, τα ‘χωρία’ ή ‘προάστια’. Επίσης κατέχουν χρήματα, σπίτια και ζουν πολυτελή ζωή
v Προσπαθούν συνέχεια να μεγαλώσουν την περιουσία τους παίρνοντας τη γη από γείτονές τους ελεύθερους αγρότες-μικρογαιοκτήμονες.
v Χρησιμοποιούν οικογενειακά επώνυμα
v Συνδέονται μεταξύ τους με επιγαμίες (γάμοι ανάμεσα σε οικογένειες δυνατών)
v Κατέχουν πολυάριθμες εκτάσεις γης, διάσπαρτες, τα ‘χωρία’ ή ‘προάστια’. Επίσης κατέχουν χρήματα, σπίτια και ζουν πολυτελή ζωή
v Προσπαθούν συνέχεια να μεγαλώσουν την περιουσία τους παίρνοντας τη γη από γείτονές τους ελεύθερους αγρότες-μικρογαιοκτήμονες.
Τα μέσα καλλιέργειας...
Οι βυζαντινοί αγρότες χρησιμοποιούσαν για την καλλιέργεια της γης τα ίδια πρωτόγονα εργαλεία που ήταν σε χρήση και στην ύστερη αρχαιότητα.
Οι πληροφορίες μας για το σχήμα, το μέγεθος, το υλικό και τη χρήση τους είναι περιορισμένες και προέρχονται από τα λίγα ανασκαφικά ευρήματα, τις παραστάσεις των αντικειμένων σε διάφορα έργα τέχνης και κυρίως από τις γραπτές πηγές, όπως είναι ο Νόμος Γεωργικός, τα Γεωργικά, τα Γεωπονικά, Βίοι αγίων και διάφορα άλλα θρησκευτικά και μη κείμενα. Τα τελευταία χρόνια οι γνώσεις μας για το θέμα αυτό έχουν πολλαπλασιαστεί χάρη στη μελέτη εικονογραφημένων χειρογράφων του 13ου και 14ου αιώνα, που περιέχουν το έργο του Ησιόδου "Εργα καί Ήμέραι. Στους κώδικες αυτούς απεικονίζονται σκαριφήματα αγροτικών εργαλείων που συνοδεύονται από επιγραφές με τα ονόματα τους (Εικ. 1,2).Υπάρχουν όμως δυσκολίες στην ταύτιση τους, γιατί οι βυζαντινοί γραφείς αναφέρουν τα αρχαία τους ονόματα και όχι τα δημώδη, ή ακόμη χρησιμοποιούν το ίδιο όνομα για διάφορα εργαλεία, χωρίς να τα περιγράφουν ή να ορίζουν τη χρήση τους.
Αγγελική Λιβέρη , ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΓΕΩΡΓΙΚΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΕΣ, Δελτίον της Χριστιανικής Αρχαιολογικής εταιρείας, Περίοδος Δ', Τόμος ΚΑ' (2000)• Σελ. 275-286, ΑΘΗΝΑ 2000
Ολόκληρο το άρθρο :www.deltionchae.org/index.php/deltion/article/view/565/534
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΩΝ ΠΟΛΕΩΝ
ΣΥΝΤΕΧΝΙΕΣ - ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ - ΕΠΑΡΧΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟ
Κύριο χαρακτηριστικό μιας μεσαιωνικής κοινωνίας όπως η βυζαντινή, ήταν η οργάνωση των ανθρώπων που ασκούσαν το ίδιο επάγγελμα σε σωματεία, τις λεγόμενες "συντεχνίες" ή συστήματα. Η εκλογή κάποιου επαγγέλματος ήταν ελεύθερη για τους πολίτες, ενώ η είσοδος στην αντίστοιχη συντεχνία γινόταν ύστερα από έλεγχο των ικανοτήτων του υποψηφίου. Αυτό το σύστημα υποχρέωνε τους επαγγελματίες να περιφρουρήσουν τα δικαιώματα και τα κέρδη τους και επέτρεπε στο κράτος να ελέγχει τις εμπορικές, βιοτεχνικές και άλλες επαγγελματικές δραστηριότητες των πολιτών και να παρεμβαίνει σ' αυτές. Οι συντεχνίες βρίσκονταν υπό το συνεχή και αυστηρό έλεγχο του κράτους ως προς τη λειτουργία, τη δραστηριότητα και τα προϊόντα που παρήγαν ή διακινούσαν, μέσω κρατικών αξιωματούχων: των εξάρχων και των προστατών στην επαρχία και του επάρχου της πόλεως στην Κωνσταντινούπολη. Οι παραβάσεις των κρατικών διατάξεων επέφεραν μια μεγάλη ποικιλία ποινών, τις οποίες επέβαλλε ο έπαρχος και το προσωπικό της υπηρεσίας του. Από το όνομα του επάρχου της Κωνσταντινούπολης πήρε το όνομά του το "Επαρχικό Βιβλίο" του αυτοκράτορα Λέοντα Στ' Σοφού. Πρόκειται για μια συλλογή νομοθετικών κειμένων που κυκλοφόρησε πιθανόν την άνοιξη του 912 και αναφέρεται σε 21 συντεχνίες, από αυτές που λειτουργούσαν εκείνη την εποχή στην πρωτεύουσα. Οι συντεχνίες αυτές περιλάμβαναν επαγγελματίες που ασχολούνταν με την κατασκευή ή/και το εμπόριο υφασμάτων (λινών και μεταξωτών), τροφίμων και άλλων προϊόντων (αρωμάτων, χρωμάτων, κεριών, σαπουνιών), με οικοδομικά έργα, με συμβολαιογραφικές πράξεις και με τραπεζικές συναλλαγές. Από τις διατάξεις του προκύπτει ότι η συντεχνιακή οργάνωση στόχο είχε να εξασφαλίσει δύο βασικές αναγκαιότητες: τον έλεγχο των οικονομικών σχέσεων μεταξύ των πολιτών και γενικότερα της αστικής οικονομίας, και την ευταξία στους διάφορους επαγγελματικούς κλάδους και στις μεταξύ τους σχέσεις.
Συντεχνίες - Συστήματα
Στο Βυζάντιο το εμπόριο ήταν οργανωμένο σε συντεχνίες, από τα χρόνια του Κωνσταντίνου.
Σε συντεχνίες ήταν οργανωμένοι οι χρυσοχόοι, οι ράφτες, οι έμποροι μεταξιού, οι κατασκευαστές και οι έμποροι μεταξωτών υφασμάτων, οι αρωματοπώλες, οι σαπωνοποιοί, οι κηροποιοί, οι παντοπώλες, οι κρεοπώλες, οι ιχθυέμποροι, οι αρτοποιοί, οι εργολάβοι οικοδομών και πολλοί άλλοι επαγγελματίες.
Επικεφαλής της συντεχνίας ήταν ο πρόεδρος που εκλεγόταν από τα μέλη της αλλά το κράτος διόριζε δίπλα στον πρόεδρο και έναν διοικητικό υπάλληλο που ασκούσε έλεγχο στο εσωτερικό της συντεχνίας.
Για να γίνει κανείς δεκτός σε μια συντεχνία έπρεπε πρώτα να προταθεί από πέντε μέλη της κι ύστερα να πάρει έγκριση από τον έπαρχο. Επίσης τις πρώτες ύλες που θα χρειαζόταν, τα εμπορεύματα που είχε δικαίωμα να πουλάει, τη μεγαλύτερη ποσότητα πρώτων υλών που θα μπορούσε να προμηθευτεί και τα όρια του κέρδους του, όλα αυτά τα καθόριζε ο έπαρχος. Ειδικοί ελεγκτές επισκέπτονταν τακτικά τα καταστήματα και ελέγχαν αν ο επαγγελματίας τηρούσε όλες αυτές τις προϋποθέσεις.
ΠΗΓΗ: G. WALTER: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΖΩΗ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
Εκδόσεις ΠΑΠΑΔΗΜΑ
>> Ο θεσμός των συντεχνιών είναι από τους διαρκέστερους και πιο διαδεδομένους θεσμούς στην ευρωπαϊκή ιστορία, κληροδότημα της ρωμαϊκής περιόδου. Συντεχνίες τεχνιτών και εμπόρων υπήρχαν στη Ρώμη, στο Βυζάντιο, στον ευρωπαϊκό μεσαίωνα και στη νεώτερη Ελλάδα και Ευρώπη ως τον 18ο-19ο αιώνα (ως την βιομηχανική επανάσταση).
Στο Βυζάντιο η παραγωγή και η πώληση ήταν αυστηρά διαχωρισμένες και τα περιθώρια του κέρδους καθορισμένα από το κράτος, έτσι γινόταν πρακτικά αδύνατη η ανάπτυξη μεγάλων εμπορικών και βιομηχανικών επιχειρήσεων με αποτέλεσμα να γίνεται αδύνατη η συσσώρευση μεγάλων περιουσιών, οι οποίες παρέμειναν για αιώνες αποκλειστικότητα των ευγενών και του κλήρου.
Οι περιορισμοί που είχαν οι επαγγελματίες ήταν πάρα πολλοί. Για παράδειγμα ένας χρυσοχόος δεν είχε δικαίωμα να αγοράσει, για τις ανάγκες της δουλειάς του, περισσότερο από μια λίβρα χρυσού. Κι αν ήθελε να αγοράσει περισσότερο θα έπρεπε πρώτα να αποδείξει ότι χρησιμοποίησε ολοκληρωτικά την αρχική ποσότητα. Αυτό προκαλούσε καθυστέρηση στον ρυθμό παραγωγής κι ελάττωνε σημαντικά τις δυνατότητες ανάπτυξης της επιχείρησης.
Ανάλογους περιορισμούς είχαν και άλλοι επαγγελματίες. Οι ιχθυέμποροι πωλούσαν τα ψάρια τους στην τιμή που όριζε το κράτος, οι παντοπώλες είχαν καθορισμένα ποσοστά κέρδους (16 με 17%), ενώ οι έμποροι μεταξιού αγόραζαν το ακατέργαστο μετάξι από τους παραγωγούς χωρίς να έχουν δικαίωμα να το κατεργαστούν οι ίδιοι. Ήταν υποχρεωμένοι να το μεταπωλούν στους κατεργαστές μεταξιού (καταρτάριους). Αλλά και οι καταρτάριοι είχαν τους δικούς τους περιορισμούς. Έπρεπε πρώτα να δηλώσουν την ποσότητα του μεταξιού που ήθελαν να κατεργαστούν και να βεβαιώσουν ότι διέθεταν τα αναγκαία κεφάλαια. Στη συνέχεια αναλάμβαναν τα κρατικά εργαστήρια βαφής του μεταξιού, ενώ υπεύθυνοι για τη λιανική πώληση ήταν ειδικοί έμποροι μεταξωτών υφασμάτων που είχαν το δικαίωμα να πωλούν μόνο μεταξωτά υφάσματα.
ΠΗΓΗ: G. WALTER: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΖΩΗ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
Εκδόσεις ΠΑΠΑΔΗΜΑ
Για την οικονομία και την κοινωνία του Βυζαντίου κατά τη Μέση Βυζαντινή περίοδο :
http://www.archaiologia.gr/wp-content/uploads/2011/06/35-7.pdf
http://www.ime.gr/chronos/09/gr/o/867/index.html (οικονομία)
http://www.ime.gr/chronos/09/gr/k/867/index.html (κοινωνία)
http://www.archaiologia.gr/wp-content/uploads/2011/06/35-7.pdf
http://www.ime.gr/chronos/09/gr/o/867/index.html (οικονομία)
http://www.ime.gr/chronos/09/gr/k/867/index.html (κοινωνία)